Αρχή
«Βία χωρίς όρια» και χαοτική νιρβάνα
Γράφει ο Δημήτρης Βλαχοπάνος
Και στον πόλεμο όλα για όλα/ κουβαλούσα πολυβόλα
να σκοτώνονται οι λαοί/ για τ’ αφέντη το φαΐ
(Κώστας Βάρναλης, η μπαλάντα του κυρ Μέντιου)
Το τραγικό και αποτρόπαιο φαινόμενο «Βία χωρίς όρια», που αποτέλεσε την κυρίαρχη γραμμή οργάνωσης και δράσης της ναζιστικής μηχανής στη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, επανέρχεται στις μέρες μας υπό ποικίλες και απροσδιόριστες μορφές.
Ο σημερινός κόσμος κάθε ημισφαίριου, κάθε καθεστώτος και κάθε γειτονιάς ζει κάτω από τη διαρκή αγωνία μιας τρομοκρατικής επίθεσης, για την οποία δεν μπορεί να γνωρίζει ούτε πού και πότε θα εκδηλωθεί ούτε ποια και πόσα θα ’ναι τα θύματά της, συνήθως ανυποψίαστα, ανυπεράσπιστα και αθώα. Η αχαλίνωτη βία χτυπά και σπέρνει τον πανικό όπου να ’ναι. Και οι αρχιτέκτονες αυτής της φρίκης δεν είναι παρά κάποιες παρανοϊκές και μισάνθρωπες καρικατούρες, που έχουν συστήσει συμμορίες και διαποτίζουν τους αφελείς και αστόχαστους, συστηματικά και αδιάκοπα, με το δηλητήριο του θρησκευτικού φανατισμού.
Το άκρως ανησυχητικό είναι πως τα κέντρα που σχεδιάζουν και δρομολογούν τις εγκληματικές αυτές πράξεις, έχουν πειστεί πως ο άνθρωπος και η ζωή του αξίζουν όσο ένα τίποτε. Και πως αυτό που προέχει, αυτό που αποτελεί το κριτήριο ύπαρξής τους και δράσης τους είναι ο μαζικός θάνατος των ανωνύμων και ανυποψίαστων πολιτών. Μιας και γνωρίζουν καλά πως αδυνατούν να συγκρουστούν κατά μέτωπο με την άλλη οργανωμένη βία των ιμπεριαλιστών, εφαρμόζουν, στο όνομα τάχα της θρησκείας και στο όνομα της δικαιοσύνης που αυτοί πρεσβεύουν, τις ίδιες πρακτικές που εφαρμόζουν οι δήθεν αντίπαλοί τους ιμπεριαλιστές. Τους οποίους διακηρύσσουν πως εκδικούνται κατασκάβοντας με μανία πόλεις και χωριά, ξεριζώνοντας εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένους ανθρώπους απ’ τις πατρογονικές τους εστίες και πυροδοτώντας τα εκρηκτικά ανάμεσα στα πλήθη που συνωστίζονται ανυποψίαστα σε κεντρικά σημεία των πόλεων του δυτικού κυρίως κόσμου.
Φυσικά και πίσω από όλες αυτές τις φοβερές πράξεις κρύβονται τα μεγάλα συμφέροντα των πολεμικών βιομηχανιών και του λαθρεμπορίου όπλων. Φυσικά και όλες αυτές οι πράξεις τρόμου υποκινούνται κατά διάφορους τρόπους από τις τεράστιες αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τον πλανήτη γη και από μηχανισμούς οι οποίοι εργάζονται χωρίς διακοπή για την εξασφάλιση και την ομαλή συνέχιση της ισορροπίας του τρόμου. Και φυσικά ουδόλως ενδιαφέρει και συγκινεί τους εμπόρους του πολέμου το αίμα και ο πόνος των ανωνύμων οι οποίοι πέφτουν ανυποψίαστοι απ’ τα εκρηκτικά που σκάζουν ξαφνικά μες στα πόδια τους.
Ένας κόσμος του πολιτισμού και του ανθρωπισμού μάχεται από τη μιαν όχθη του χάσματος απεγνωσμένα με τη δύναμη των ιδεών του για την ειρήνη, τη συναδέλφωση και την ισότιμη συνύπαρξη ανθρώπων και λαών. Κι ένας κόσμος από την άλλη όχθη του χάσματος εκθεμελιώνει με τη φρίκη της βίας που πλημμυρίζει την ψυχή του και τη δύναμη των όπλων που κατευθύνει το νου του ό,τι ωραίο έχει χτιστεί ανά τους αιώνες με τόσο κόπο και ό,τι τρυφερό και ανθρώπινο φιλοδοξεί να επικρατήσει ως ιδανικό με πολύ πόνο. Μέσα σ’ αυτό το πεδίο των συγκρούσεων ένα είναι βέβαιο: δεν πρόκειται να γαληνέψει ο κόσμος και να ζήσουν οι άνθρωποι ενωμένοι και αγαπημένοι, όσο παραμένουν αναμμένες οι μηχανές του συστήματος παραγωγής και διακίνησης όπλων. Είτε το σύστημα αυτό λειτουργεί με νόμιμους είτε, πολύ περισσότερο, με παράνομους τρόπους.
Κι από την άλλη: οι άνθρωποι των γραμμάτων, των τεχνών και του πολιτισμού αρκετά έχουν κλειστεί στον γυάλινο πύργο των ιδεών τους και αρκετά έχουν περιοριστεί στο ρόλο του θεατή και του αναλυτή. Και δε φτάνει ασφαλώς ούτε να περιγράφουν ούτε να αναλύουν ούτε να ξορκίζουν τα τραγικά αυτά φαινόμενα που μαυρίζουν την εποχή μας. Ο ρόλος τους δεν είναι απλά να ερμηνεύουν, αλλά να αλλάζουν τον κόσμο και να τον κάνουν καλύτερο. Διαφορετικά μοιάζει σαν να έχουν συνάψει μια ιδιότυπη συμμαχία με τους εμπόρους των όπλων και τις μαφίες που συνεργάζονται μαζί τους και ληστεύουν τον πλούτο του κόσμου συγκεντρώνοντας πάνω του τα εφιαλτικά σύννεφα του αδυσώπητου μίσους και της τυφλής εκδίκησης.
Γιατί, σε κάθε περίπτωση, το τοπίο παίρνει διαστάσεις και χαρακτηριστικά ψυχασθένειας: η ανθρωπότητα, αντί να κατεβάσει με πείσμα τους μοχλούς που παράγουν το θάνατο, νυχτώνει και ξημερώνει περιμένοντας το επόμενο χτύπημα του θανάτου. Εντέλει τα καταφέρανε οι συνεργαζόμενες μαφίες των όπλων και του θανάτου να συνεχίζεται το ξέφρενο αλισβερίσι της βίας και του τρόμου με τον σύγχρονο άνθρωπο προσανατολισμένο στην ιδέα και την ψυχολογία του πολέμου. Ο καθένας σε λίγο θ’ αρχίσει να ψάχνει για τα ατομικά του κρησφύγετα και θα ευχαριστεί το θεό του που τον κρατά ζωντανό ακόμα.
Πού είναι η μαζεμένη οργή των φοιτητών που οραματίζονταν κάποτε το καλό και αντιστέκονταν στο κακό; Πού είναι η γροθιά των πανεπιστημίων που –πρέπει να– πλάθουν με τη γνώση τον άνθρωπο της ειρήνης και της παγκόσμιας αδελφοσύνης; Ποιος εσωτερικός σεισμός αναμένεται να ταράξει την ησυχία μας και να μας τραβήξει πάνω απ’ τους βάλτους της ατομικής χαοτικής νιρβάνας;